Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2010

Παπαλάνγκι - μερος 1ο

Παπαλάνγκι: Ο λευκός, ο ξένος, ο Ευρωπαίος, ο σύγχρονος άνθρωπος.

Λόγια του φύλαρχου Τουιάβιι, από το νησί Τιαβέα-Σαμόα,
μετά από ένα ταξίδι του στην Ευρώπη στις αρχές του 20ου
αιώνα, που τα κατέγραψε ένας ιεραπόστολος.

..."Ο Παπαλάνγκι άγαπάει πολύ το στρογγυλό μέταλλο και το βαρύ χαρτί, του αρέσει να βάζει στήν κοιλιά του πολλά υγρά από σκοτωμένα φρούτα και κρέας από το γουρούνι και το μοσχάρι και από άλλα τρομερά ζώα, προπάντων όμως αγαπάει και αυτό που δεν πιάνεται και που όμως υπάρχει - το χρόνο.


Κάνει πολύ φασαρία και λέει πολλές ανοησίες γι' αυτόν.
Παρόλο που ο χρόνος ποτέ δεν είναι περισσότερος απ' όσο χωράει στο διάστημα μεταξύ ανατολής και δύσης του ήλιου, γιά τον Παπαλάνγκι ποτέ δεν είναι αρκετός.
Ο Παπαλάνγκι είναι μόνιμα δυσαρεστημένος μέ το χρόνο του και κατηγορεί το μεγάλο Πνευμα που δεν του έχει δώσει περισσότερον.

Βλαστημάει μάλιστα το θεό και τη μεγάλη του σοφία, χωρίζοντας και κατακομματιάζοντας κάθε νέα μέρα σύμφωνα μ'ένα ορισμένο σχέδιο.
Τον κατακόβει ακριβώς όπως όταν κόβουμε εμείς μ' ένα μεγάλο σουγιά σταυρωτά μιά μαλακιά καρύδα.
Ολα τα κομμάτια έχουν τ' όνομά τους: δευτερόλεπτο, λεπτό, ώρα. Το δευτερόλεπτο είναι μικρότερο από το λεπτό κι αυτό μικρότερο από την ώρα, όλα μαζι κάνουν την ώρα και θα πρέπει κανείς να έχει εξήντα λεπτά και πολύ περισσότερα ακόμη δευτερόλεπτα γιά να έχει τόσα όσα και μιά ώρα.
Αυτό είναι μιά μπερδεμένη υπόθεση, που ποτέ δεν καλοκατάλαβα, γιατί μ' αηδιάζει να ξοδεύω περισσότερες σκέψεις απ' όσες είναι απαραίτητες γιά τέτοια παιδιάστικα πράγματα.

Ο Παπαλάνγκι όμως τόχει κάνει επιστήμη. Οι άντρες, οι γυναίκες και ακόμη και τα παιδιά, που μόλις μπορούν και στέκονται όρθια, φοράν στο πανί τους, δεμένη μέ χοντρή μετάλλινη αλυσίδα και κρεμασμένη στο λαιμό ή δεμένη με ένα λουρί στον καρπό του χεριού, μιά μικρή, επίπεδη, στρογγυλή μηχανή, απ' όπου μπορουν να διαβάζουν το χρόνο.

Αυτό το διάβασμα δεν είναι εύκολο. Κάνουν εξάσκηση με τα παιδιά, κρατώντας τη μηχανή στ' αυτί τους, ώστε να τους γεννηθεί η επιθυμία να μάθουν να διαβάζουν το χρόνο.

Μιά τέτοια μηχανή, που μπορεί κανείς εύκολα να τη σηκώσει πάνω σε δύο δάχτυλα, είναι μέσα στην κοιλιά της όμοια με τις μηχανές στην κοιλιά των μεγάλων πλοίων, που όλοι σας γνωρίζετε.
Υπάρχουν όμως και μεγάλες και βαριές χρονομηχανές.

Αυτές βρίσκονται στο εσωτερικό της καλύβας ή κρέμονται στην πιό ψηλή κορφή του σπιτιου γιά να φαίνονται από πολύ μακριά. Οταν έχει περάσει ένα μέρος του χρόνου, αυτό το δείχνουν κάτι μικρά δάχτυλα στην εξωτερική πλευρά της μηχανής, ενώ ταυτόχρονα αυτή κράζει ένα πνεύμα και χτυπάει πάνω στο σίδερο μέσα στην καρδιά της. Ενα τρομερό βουητό και σαματάς ακούγεται σε μιά ευρωπαϊκή πόλη όταν ένα μέρος του χρόνου έχει περάσει.

Οταν ο Παπαλάνγκι ακούει αυτόν το χρονοθόρυβο, παραπονιέται: «Κρίμα, που πέρασε πάλι μιά ώρα». Συνήθως παίρνει και θλιμμένο ύφος σαν κάποιον άνθρωπο που κουβαλάει μέσα του μεγάλη δυστυχία, παρ' όλο που την ίδια στιγμή αρχίζει μιά εντελώς φρέσκια ώρα.

Αυτό ποτέ δεν το κατάλαβα, σκέφτομαι μόνο ότι θά είναι μιά βαριά αρρώστια.
«Ο χρόνος μ' αποφεύγει!» - «Ο χρόνος τρέχει σάν το άλογο!» - «Δώσε μου λίγο χρόνο» -
Έτσι παραπονιέται ο λευκός άνθρωπος.

Εγώ λέω ότι αυτό θα είναι ένα είδος αρρώστιας, γιατί όταν ο λευκός έχει διάθεση να κάνει κάτι, όταν η καρδιά του λαχταράει ας πούμε να βγεί στον ήλιο ή να κάνει βόλτα μέ το κανό στο ποτάμι ή να κάνει έρωτα με το κορίτσι του, τότε συνήθως καταστρέφει το κέφι του, επιμένοντας να σκέφτεται: Εμένα δεν μούλαχε χρόνος γιά να 'μαι χαρούμενος. Ο χρόνος υπάρχει, αυτός όμως δεν τον βλέπει, όση καλή διάθεση κι αν έχει.

Αναφέρει χιλιάδες πράγματα, που του παίρνουν το χρόνο, κάθεται γκρινιάζοντας και παραπονούμενος πάνω σε μιά δουλειά, γιά την οποία δεν έχει όρεξη, η οποία δεν τον ευχαριστεί, τήν οποία κανένας δεν τον αναγκάζει να την κάνει εκτός από τον ίδιο του τον εαυτό.
Αν όμως ξαφνικά αντιληφθεί ότι έχει χρόνο, ότι κι όμως ο χρόνος υπάρχει, ή αν του δώσει κάποιος άλλος χρόνο - οι Παπαλάνγκι δίνουν συχνα ο ένας στον άλλο χρόνο, τίποτα μάλιστα δεν εκτιμάται περισσότερο από αυτήν την πράξη - τότε του λείπει πάλι η διάθεση ή είναι κουρασμένος απο τη δουλειά και χωρίς κέφι.
και πάντα αναβάλλει γιά αύριο αυτό γιά το οποίο σήμερα δεν έχει χρόνο.

Υπάρχουν Παπαλάνγκι που ισχυρίζονται ότι ποτέ δεν έχουν χρόνο.
Τριγυρνάν ζαβλακωμένοι εδώ κι εκεί σαν να τους έχει καβαλλήσει ο Αϊτού και όπου και να πάνε κάνουν σαν να τους βρήκε καταστροφή και όλεθρος, επειδή έχασαν το χρόνο τους. Αυτή η μανία είναι μια φριχτη κατάσταση, μια αρρωστια, που κανένας γιατρός δεν μπορεί να γιατρέψει, που μεταδιδεται σε πολλούς ανθρώπους και τούς εξαθλιώνει.

Επειδή ο κάθε Παπαλάνγκι διακατέχεται από το φόβο γιά το χρόνο του, ξέρει πάντα με μεγάλη ακρίβεια, και όχι μόνο κάθε άντρας, αλλά και κάθε γυναίκα και κάθε μικρό παιδί, πόσες ανατολές της σελήνης και του ήλιου έχουν περάσει απο τότε που πρωταντίκρυσε το μεγάλο φώς.

Αυτό μάλιστα παίζει ένα τόσο μεγάλο ρόλο, ώστε να γιορτάζεται με λουλούδια και με μεγάλα φαγοπότια κάθε φορά που έχει περάσει ένα ορισμένο, ίσο με τ' άλλα, χρονικό διάστημα. Πόσο συχνά ένιωσα ότι ντρέπονταν γιά μένα, επειδή όταν με ρωτούσαν πόσων χρονών είμαι, εγώ γελούσα και δεν ήξερα ν' απαντήσω. «Μά πρέπει να ξέρεις πόσων χρονων εισαι».

Εγώ σώπαινα και σκεφτόμουν: Ειναι καλύτερα να μήν το ξέρω.
Πόσων χρονών, σημαίνει πόσα φεγγάρια έχει ζήσει κανείς. Αυτό το μέτρημα και το ψάξιμο είναι γεμάτα κινδύνους, γιατί έτσι οι άνθρωποι μάθανε πόσα φεγγάρια διαρκεί συνήθως η ζωή τους. Ο καθένας λοιπόν προσέχει τώρα πάρα πολύ, κι όταν έχουν περάσει πολλά φεγγάρια, λέει: «Τώρα πρέπει όπου να 'ναι να πεθάνω».
Έτσι δεν νιώθει πιά καμιά χαρά και πεθαίνει πραγματικά σύντομα.

Στήν Ευρώπη λίγοι μόνο άνθρωποι υπάρχουν που πραγματικά έχουν χρόνο.
Ίσως και κανένας. Γι ' αυτό και οι περισσότεροι περνάν τροχάδην τη ζωή τους σαν μιά πεταγμένη πέτρα. Ολοι σχεδόν, όταν περπατουν κοιτάζουν στο χώμα και τινάζουν τα χέρια τους προς τα εμπρος γιά να προχωρήσουν όσο γίνεται γρηγορότερα. Αν τους σταματήσει κανείς, λένε δυσαρεστημένοι: «Τί θέλεις και μ' ενοχλείς; δεν έχω χρόνο,
κοίτα πως θά εκμεταλλευτείς κι εσύ τον δικό σου».

Συμπεριφέρονται στ' αλήθεια, σαν να νομίζουν ότι ένας άνθρωπος που βαδίζει γρήγορα είναι πιό αξιόλογος και πιό γενναίος από αυτόν που βαδιζει αργά.

Έχω δεί έναν άντρα που το κεφάλι του κόντευε να σπάσει, που στριφογύριζε τα μάτια του κι άνοιγε το στόμα του σαν ψάρι που πεθαίνει, που είχε γίνει κοκκινοπράσινος και χτυπιόταν με χέρια και με πόδια, μόνο και μόνο επειδή ο υπηρέτης του ήρθε μιάν ανάσα αργότερα απ' ότι είχε υποσχεθεί.
Η ανάσα ήταν γι 'αυτόν μεγάλη απώλεια, που δεν σήκωνε συγγνώμη.

Ο υπηρέτης εξαναγκάστηκε να φύγει απο τήν καλύβα του, ο Παπαλάνγκι τον έδιωχνε, φωνάζοντας: « Αρκετό χρόνο μού 'χεις κλέψει. Ένας άνθρωπος που δεν σέβεται το χρόνο, δεν αξίζει τίποτα».

Μόνο μιά και μοναδική φορά συνάντησα κάποιον άνθρωπο που είχε πολύ χρόνο, που δεν παραπονιότανε ποτέ ότι του λειπει' αυτός όμως ήταν φτωχος, βρώμικος και περιφρονημένος. Οι άνθρωποι απόφευγαν να περάσουν από διπλα του, και κανένας δεν τον πρόσεχε.

Εγώ δεν καταλάβαινα αυτή τη συμπεριφορά, γιατι το βάδισμά του ήταν χωρίς βιασύνη και
τα μάτια του είχαν ένα ήρεμο, φιλικο χαμόγελο. Οταν τον ρώτησα, το πρόσωπο του συσπάστηκε και είπε θλιμμένα: «Ποτέ δεν ήξερα να εκμεταλλευτώ το χρόνο μου, γι' αυτό και είμαι ένας φτωχός, περιφρονημένος φουκαράς». Ο άνθρωπος αυτός είχε χρόνο, κι αυτός όμως δεν ήταν ευτυχισμένος.

Ο Παπαλάνγκι ξοδεύει όλη του τη δύναμη και στρέφει όλες του τις σκέψεις στο πως θά μπορέσει να κάνει το χρόνο όσο το δυνατο πιό ταχύ.
Χρησιμοποιεί το νερό και τη φωτιά, τη θύελλα και τις αστραπές του ουρανου γιά να σταματήσει το χρονο. Βάζει σιδερένιους τροχούς κάτω από τα πόδια του και δινει στα λόγια του φτερά γιά να 'χει περισσότερο χρονο. -Και πρός τι όλος αυτός ο κόπος; Τι κάνει ο Παπαλάνγκι με το χρονο του;

Ποτέ δεν μπορεσα να τ' ανακαλύψω, παρ' όλο που, αυτός λέει πάντα πολλά λόγια και κάνει μεγάλες χειρονομιες σαν να τον έχει καλέσει το μεγάλο Πνευμα σέ Φόνο.

Πιστεύω ότι ο χρόνος ξεγλιστρά από τα χέρια του σαν το φίδι στην υγρή παλάμη, ακριβώς επειδή τον κρατά πολύ σφιχτά.
δεν τον αφήνει να συνέλθει.
Tον κυνηγά πάντα με απλωμένα χέρια, δεν τον αφήνει να ησυχάσει, να ξαπλωθεί στον ήλιο. Θέλει ο χρόνος να 'ναι πάντα κοντά του, τον θέλει να τραγουδά και να μιλά. Ο χρόνος όμως είναι σιωπηλός και ειρηνικός και αγαπά την ησυχία και το άραγμα στο στρώμα. Ο Παπαλάνγκι δεν έχει καταλάβει τι είναι ο χρόνος, δεν τον έχει αντιληφθεί σωστά και γι ' αύτό τον κακοποιεί με τις ωμές του συνήθειες.

Ω αγαπητά αδέλφια! Εμείς ποτέ δεν παραπονεθήκαμε γιά το χρόνο, εμείς τον αγαπήσαμε όπως ήρθε, δεν τον κυνηγήσαμε, δεν θελήσαμε ποτέ να τον στριμώξουμε ή να τοντεντώσουμε. Ποτέ αυτός δεν μάς έγινε ανάγκη ή δυσαρέσκεια. Ας βγεί εδώ μπροστά όποιος από εμάς δεν έχει χρόνο! Ο καθένας από εμάς έχει ένα σωρό χρόνο' αλλά εμείς αρκούμαστε σ' αυτόν δεν χρειαζόμαστε περισσότερον από αυτόν που έχουμε κι όμως
έχουμε αρκετόν. Ξέρουμε ότι πάντα θά φτάσουμε έγκαιρα στο στόχο μας και ότι το μεγάλο Πνευμα θά μάς καλέσει κοντά του όταν το ίδιο θα το θελήσει, έστω κι αν εμείς δεν ξέρουμε πόσα φεγγάρια έχουμε ζήσει.
Εμείς πρέπει ν' απελευθερώσουμε τον φτωχό, τον παραπλανημένο Παπαλάνγκι απο την τρέλα του, πρέπει να του ξαναδώσουμε το χρόνο του.
Πρέπει να σπάσουμε τη μικρή στρογγυλή χρονομηχανή του και να του πουμε ότι από την ανατολή μέχρι τη δύση του ήλιου υπάρχει πολύ περισσότερος χρόνος από αυτον που μπορεί να χρησιμοποιήσει ένας άνθρωπος"... (ακολουθει και 2ο αποσπασμα)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου